Αστικές Πολιτικές: Βαρκελώνη
Η Βαρκελώνη είναι η πρωτεύουσα της αυτόνομης περιφέρειας της Καταλονίας, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ισπανίας και μια σημαντική οικονομική δυναμική με υψηλές συγκεντρώσεις πλούτου και έντονες κοινωνικοοικονομικές ανισότητες. Με προηγούμενο, τη δημιουργία των σύγχρονων τοπικών δημοκρατικών θεσμών της Ισπανίας στα τέλη της δεκαετίας του 1970, η πόλη υποβλήθηκε σε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα αστικής αναδιάρθρωσης που αποσκοπούσε στην αποκέντρωση των τοπικών κρατικών θεσμών και το άνοιγμά τους στην κοινωνία των πολιτών, με στόχο τη μείωση των ανισοτήτων καθώς και τη βελτίωση και επέκταση των μηχανισμών παροχής κοινωνικής πρόνοιας και των δημόσιων υπηρεσιών (Blakeley 2005- Garcia 2008). Αυτό το μοντέλο διακυβέρνησης στηρίχθηκε σε μηχανισμούς συμμετοχής ενός φάσματος τοπικών φορέων, και ευρύτερα οργανωμένων κοινωνικών και ιδιωτικών ενδιαφερομένων, αλλά υπό την ιδιαίτερα ιεραρχική ηγεσία του δημόσιου τομέα (Capel 2007, όπ. αναφ. στο Eizaguirre et al. 2017). Μέχρι το 1986 η προσέγγιση αυτή είχε μεταφραστεί σε κανονισμούς που θέσπιζαν μια σειρά συμμετοχικών πρωτοβουλιών (π.χ. δημόσιες ακροάσεις- αναφορές πολιτών- δικαίωμα στην πληροφόρηση) καθώς και τομεακά και εδαφικά διαφοροποιημένα συμβουλευτικά συμβούλια, τα οποία έπαιξαν σημαντικό ρόλο, ιδίως στην κοινωνική πολιτική (Blakeley 2005: 151- Blanco 2009: 360)". (Bua και Bussu, 2021, σ. 7)
Ο νέος δημοτισμός στη Βαρκελώνη έχει συνδεθεί στενά με την άνοδο στην εξουσία της Barcelona en Comu. Παρ' όλα αυτά, φέρει τις δικές του εσωτερικές συγκρούσεις, διαπραγματεύσεις και αναδιατυπώσεις που λαμβάνουν χώρα όταν συναντώνται θεωρητικές, ακτιβιστικές και θεσμικές προσεγγίσεις και πρακτικές απέναντι στην πολιτική και την κοινωνική ζωή. Η δυναμική του νέου δημοτισμού που υποστήριξε (τουλάχιστον στην αρχή) το BeC είχε ως στόχο να υπερβεί τα ζητήματα της εκπροσώπησης, της διαφάνειας και της συμβουλευτικής συμμετοχής και να ανοίξει τους θεσμούς και τους μηχανισμούς του τοπικού κράτους στους κατοίκους, τους πολίτες και τα τοπικά κινήματα- να ξεπεράσει "αυτή την αποκλειστική διάσταση μεταξύ της κρατικοκεντρικής πολιτικής και της αυτόνομης πολιτικής" (Mauro Castro Coma και Laia Forné Aguirre, 2021)
Ο νέος δημοτισμός γίνεται το παράδειγμα διακυβέρνησης στη Βαρκελώνη με την ανάληψη της εξουσίας από το Barcelona en Comu (BeC), καταδεικνύοντας την προσέγγιση της πλατφόρμας για τα πολιτικά κόμματα και την αστική διακυβέρνηση. Η Ada Colau και πολλοί από τους συμβούλους του BeC προέρχονταν από τα κοινωνικά κινήματα και συνέχισαν να προσπαθούν να διατηρούν σχέσεις και επικοινωνία με τα κινήματα και τις οργανώσεις βάσης (Zechner, 2020). Η διευρυμένη συμμετοχή σε διάφορα στάδια και από άτομα καθώς και από εκπροσώπους ήταν καθοριστική για την ανάπτυξη του προγράμματος και των πολιτικών του BeC και ένας μεγάλος αριθμός προτάσεων αναπτύχθηκε από τους πολίτες μέσω πλατφορμών και συνελεύσεων (Bua και Bussu 2021). Εκτός από τη συμμετοχή, το πρόγραμμα του BeC περιελάμβανε πολιτικές και σχέδια για την υπεράσπιση και την προώθηση των κοινών αγαθών, για την επαναδημοτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών, για την προώθηση της αλληλέγγυας οικονομίας και του συνεταιρισμού και για την υπεράσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων και ιδιαίτερα της στέγασης (Martinez 2019, Roth et al. 2019, Blanco et al. 2020, Bua and Bussu, 2021, σ. 10). Ωστόσο, η συγκυρία της κρίσης σε συνδυασμό με άλλα πολιτικά συμφέροντα απέτρεψαν πιο ριζοσπαστικές και εκτεταμένες αλλαγές, καθώς η ιεράρχηση της αποπληρωμής του χρέους σήμαινε ότι τα πλεονάσματα των τοπικών αρχών έπρεπε να χρησιμοποιηθούν για τον σκοπό αυτό και η λιτότητα διευκόλυνε τη συγκέντρωση ορισμένων υπηρεσιών και εξουσιών λήψης αποφάσεων (Blanco et al. 2020)". (Bua και Bussu, 2021, σ. 15).
Οι κύριες πτυχές του νέου δημοτισμού όπως και εφαρμόστηκε από τη Barcelona en Comu, επικεντρώθηκαν στην ευρεία συμμετοχή και το διάλογο (μέσω διαφορετικών μορφών και σχημάτων) και στην αλλαγή των συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που προωθούνται και καθιερώνονται από τις νεοφιλελεύθερες επιχειρηματικές ατζέντες, σε συμπράξεις δημόσιου - κοινού/συνεργατικού τομέα που θα προστατεύουν τα κοινά και θα προστατεύουν ή θα προωθούν την προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων.
"Ξεκινώντας από την ιδέα ότι το "δημόσιο" μπορεί να γίνει "κοινό", η διοίκηση της πόλης της Βαρκελώνης θέλει να προωθήσει νέες μορφές αλληλεπίδρασης μεταξύ των δημόσιων δημοτικών θεσμών και των κοινοτικών πρωτοβουλιών των πολιτών, με βάση την αναγνώριση του δικαιώματος στην κοινοτική διαχείριση και αξιοποίηση του δημόσιου".
Σύμφωνα με τις προσεγγίσεις του νέου δημοτισμού, τα κοινά κατέχουν εξέχουσα θέση στους λόγους, τις πολιτικές και τα προγράμματα των δημοτικών διοικήσεων και αυτό συνεπάγεται τόσο μεγαλύτερη πρόσβαση στη λήψη αποφάσεων (ιδίως από την κοινωνία των πολιτών, τις ενώσεις και τα κινήματα) όσο και αυτοδιαχείριση των πόρων και των υπηρεσιών (Bianchi, 2022:2)- "δημιουργία θεσμών των κοινών" (ό.π., Dardot and Laval, 2015), αν και ο βαθμός αυτονομίας ή συνυπολογισμού τους είναι συζητήσιμος. Σε αυτό το πλαίσιο, οι πολιτικές και τα παραδείγματα του Partimonio Ciudadano και των δικαιωμάτων στέγασης λειτουργούν ως παραδειγματικές περιπτώσεις για την πολιτική του BeC, καθώς και τις προκλήσεις που αυτές οι πολιτικές επιλογές αναπόφευκτα συνεπάγονται.