Αστικές πολιτικές για τον πολιτισμό
Οι αστικές πολιτικές στη Νάπολη για τον πολιτισμό κατά την τελευταία δεκαετία μπορούν να εντοπιστούν κυρίως σε τρεις βασικές περιοχές:
α) Tη διατήρηση, ανάδειξη και ενίσχυση του ιστορικού κέντρου και της πολιτισμικής κληρονομιάς της πόλης. To 1995, το ιστορικό κέντρο της Νάπολης εγγράφηκε στον κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO (Παγκόσμια Κληρονομιά UNESCO, 1021 ha, UNESCO Buffer Zone ,1350 ha), σύμφωνα με τα κριτήρια II (η Νάπολη είναι μια από τις αρχαιότερες πόλεις της Ευρώπης, της οποίας ο σύγχρονος αστικός ιστός διατηρεί τα στοιχεία της μακράς και πολυτάραχης ιστορίας της) και IV (το σχέδιο των δρόμων της, ο πλούτος των ιστορικών κτιρίων της από πολλές περιόδους και η θέση της στον κόλπο της Νάπολης της προσδίδουν μια εξαιρετική παγκόσμια αξία χωρίς προηγούμενο και η οποία είχε βαθιά επίδραση σε πολλά μέρη της Ευρώπης και πέραν αυτής), τα οποία υπογραμμίζουν τη σχέση μεταξύ της πόλης και της θάλασσας και τη μεγάλη σημασία που είχε ανέκαθεν η Νάπολη μεταξύ των χωρών της λεκάνης της Μεσογείου.
β) Tην επαναπροσέγγιση της σχέσης της πόλης με τη θάλασσα. Το λιμάνι της Νάπολης είναι ένα από τα σημαντικότερα της Ιταλίας από άποψη εμπορευμάτων και επιβατών και εξελίσσεται στο σημαντικότερο για την κίνηση κρουαζιερόπλοιων, με τα έσοδα που προέρχονται από τον τουρισμό και τις πολιτιστικές δραστηριότητες αποτελούν ουσιαστικό μέρος της οικονομικής ανάπτυξης. Το Σχέδιο Νέου Λιμένα εξετάζει την περιοχή που εκτείνεται από τη La Pietra στη δυτική πλευρά έως την Pietrarsa στην ανατολική πλευρά. Η ιδιαιτερότητα του λιμανιού της Νάπολης είναι ότι είναι ένα από τα λίγα λιμάνια στον κόσμο που δεν πωλούνται ή δεν μεταβιβάζονται σε επιχειρηματικούς τομείς σε άλλες περιοχές ή περιφερειακές πόλεις, και για το λόγο αυτό, το Σχέδιο Λιμένα έχει σχεδιαστεί ως ένα "ευέλικτο" εργαλείο σε σχέση με τη χρήση των λιμενικών περιοχών, επιβεβαιώνοντας την πολυλειτουργικότητα του λιμανιού της Νάπολης ως πόρου.
Ωστόσο, η ανάγκη ανάκτησης της σχέσης μεταξύ της περιοχής του λιμανιού και του ιστορικού κέντρου της πόλης, μέσω μιας ολοκληρωμένης και κοινής στρατηγικής, μέσω διαδικασιών "από κάτω προς τα πάνω", αποτελεί την καινοτόμο προσέγγιση των πρόσφατων εμπειριών σχεδιασμού στη Νάπολη. Είναι ρητή στην πρόταση, όπως διατυπώθηκε στο Πρόγραμμα Εδαφικής Συνεργασίας URBACT II 2007-2013, να πειραματιστεί με νέες μορφές συνεργασίας και συμφωνίας σε θέματα προτεραιότητας για την επανασύνδεση της πόλης και του λιμανιού, μέσω μιας μελέτης σκοπιμότητας που ονομάζεται ειδικά Τοπικό Σχέδιο Δράσης. Τα θεματικά δίκτυα που εντάχθηκαν στην πόλη της Νάπολης στο πλαίσιο του προγράμματος URBACT II είναι δύο: CTUR-Cruise Traffic and Urban Regeneration-της κληρονομιάς του λιμανιού της πόλης, στο οποίο η πόλη της Νάπολης συμμετέχει ως επικεφαλής, και HerO-Heritage as Opportunity-στο οποίο η πόλη συμμετέχει ως εταίρος. Το τοπικό σχέδιο δράσης επικεντρώνεται στην περιοχή της πόλης που ονομάζεται "Città Bassa" και ο κύριος στόχος του είναι: "Το παραλιακό μέτωπο του ιστορικού κέντρου και η περιοχή του λιμανιού από την Piazza Municipio έως την Piazza Mercato: μια βιώσιμη ανάπτυξη μέσω της βελτίωσης των επιπτώσεων του τουρισμού κρουαζιέρας"- με τρεις κύριες δράσεις: επανασχεδιασμός της μνημειακής περιοχής του παραλιακού μετώπου και δίπλα στην ιστορική αστική περιοχή, απόδοση νέων λειτουργιών στην κληρονομιά της πόλης και του λιμανιού για την αστική αναγέννηση, μεγιστοποίηση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της κρουαζιέρας και υποστήριξη της κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης της συνοικίας "κάτω πόλη".
γ) Tις πολιτικές διάχυσης της πολιτισμικής παραγωγής μέσω της συνεργασίας πολιτών και θεσμών, με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών συμμετοχικότητας, συμπερίληψης, κοινωνικής καινοτομίας και αστικής ανθεκτικότητας. Kατά την τελευταία δεκαετία η πόλη της Νάπολης πειραματίζεται με νέα εργαλεία πολιτικής για να επαναφέρει σε χρήση εγκαταλελειμμένα ή/ και υποβαθμισμένα κτίρια, τα οποία έχουν αφαιρεθεί από τη χρήση των κατοίκων της πόλης. Πράγματι, διάφορα κινήματα και συμβολικές καταλήψεις ανέδειξαν την ανάγκη οι χώροι αυτοί να χρησιμοποιούνται και να διαχειρίζονται από τους κατοίκους της πόλης ως κοινά αγαθά, για την παροχή διαφόρων μορφών πολιτιστικών και κοινωνικών υπηρεσιών. Η κατάληψη αυτών των κενών κτιρίων σήμαινε αφενός μια προσωρινή χρήση και ένα σημείο εκκίνησης για την "αναγέννηση" αυτών των χώρων και, αφετέρου, ένα κίνητρο για την αναζήτηση καινοτόμων μηχανισμών για τη χρήση αυτών των χώρων ως αστικής κληρονομιάς.
Πρακτικές των Κοινών για τον πολιτισμό
Το 2012 η δημαρχία της Νάπολης βρέθηκε αντιμέτωπη με μία σημαντική πρόκληση. Ένα από τα κτίρια τα οποία είχαν περιέλθει από δωρεά στο δήμο για να το χρησιμοποιήσει ως κέντρο πολιτισμού καταλήφθηκε από μια μεγάλη ομάδα καλλιτεχνών και πολιτιστικών δημιουργών. Η διοίκηση de Magistris είχε ήδη κληρονομήσει μία σύμβαση συνεργασίας δημόσιου-ιδιωτικού τομέα για τη διαμόρφωση του κτιρίου σε κέντρο του Φόρουμ των Πολιτισμών. Οι καταληψίες μετά από μια μακρά διαβούλευση αποφάσισαν να αυτοχαρακτηριστούν υπερασπιστές του κοινού αγαθού της κουλτούρας και να καλέσουν τη δημαρχία να αναγνωρίσει και να στηρίξει την προοπτική αυτή. Με ευθεία αναφορά στη λογική της «αστικής χρήσης» και την ανάπτυξη των «αναδυόμενων κοινών» η συνέλευση της κατάληψης συντάσσει μια “Διακήρυξη της Αστικής και Συλλογικής Χρήσης του πρώην Asilo Filangieri” (Dichiarazione di uso civico e collettivo urbano).
Η διακήρυξη αυτή, στο όνομα της προστασίας και παραγωγής του πολιτισμού ως κοινού αγαθού, εγγυάται την πλήρη πρόσβαση στους χώρους του Asilo και την ισότιμη χρήση των εγκαταστάσεων από όποιους σέβονται τις αρχές της συμπερίληψης και της ισότητας. Ταυτόχρονα ορίζει ένα καθεστώς αυτοδιεύθυνσης για τη διαχείριση του χώρου στηριγμένο στη συμμετοχική δημοκρατία και την πλήρη ενεργοποίηση της «κοινότητας αναφοράς» μέσα από κανόνες που εξασφαλίζουν τη διαχείριση του χώρου.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται: “Η παρούσα διακήρυξη, εμπνευσμένη από μια εκτεταμένη ερμηνεία των αστικών χρήσεων, ρυθμίζει τη χρήση των χώρων του l'Asilo και των εργαλείων παραγωγής που περιέχονται σε αυτούς, διασφαλίζοντας τη χρηστικότητα, τη συμμετοχικότητα, την αμεροληψία, την προσβασιμότητα και την αυτοδιοίκηση, προκειμένου να διασφαλιστεί η διατήρηση του περιουσιακού στοιχείου για τις μελλοντικές γενιές και το δικαίωμα συλλογικής χρήσης από την κοινότητα αναφοράς”. (Στο www. exasilofilangieri.it/regolamento-duso-civico).
Η εμπειρία της Νάπολης καταδεικνύει πως τα αστικά κοινά αγαθά δεν είναι απαραίτητα μόνο οι φυσικοί πόροι (όπως το νερό, το πράσινο κ.λπ.) αλλά και εκείνοι οι χώροι (και οι συγκεκριμένες αντίστοιχες χωρο-κοινωνικές δομές) που αποκτούν το χαρακτήρα τους γιατί μια κοινότητα τους διεκδικεί, τους πλάθει και τους φροντίζει («αναδυόμενα κοινά»). Η υπεράσπιση του πολιτισμού ως αναδυόμενο κοινό αγαθό αποδεικνύεται κεντρική για το παράδειγμα της Νάπολης. Στην παραγωγή και τη διάχυσή του δοκιμάζεται ένα μοντέλο αυτοδιοίκησης των κοινών και μια λογική συγκρότησης ανοικτών κοινοτήτων commoners.